θωρακοφορία

From LSJ

ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father

Source

German (Pape)

[Seite 1230] ἡ, das Tragen des Panzers, Sp.

Greek Monolingual

θωρακοφορία, ἡ (Μ) θωρακοφόρος
το να φέρει κάποιος θώρακα.