ιχθυοτροφία
From LSJ
Greek Monolingual
η
η τέχνη του ιχθυοτρόφου, η τέχνη της εκτροφής και του πολλαπλασιασμού ψαριών μέσα σε ειδικές εγκαταστάσεις, τα ιχθυοτροφεία, αλλ. ιχθυοκομία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυοτρόφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Άστυ].