ιχνογράφος

From LSJ

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562

Greek Monolingual


αυτός που ασχολείται με την ιχνογραφία, αυτός που ιχνογραφεί, σχεδιαστής, σκιτσογράφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴχνος + -γράφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στον Βασίλειο Λάκωνα].