κάνονας

From LSJ

Ψεύδει γὰρ ἡ ‘πίνοια τὴν γνώμην → A second thought proves one's first thought false

Sophocles, Antigone, 389

Greek Monolingual

ο
εκκλησιαστική ποινή σε πιστό, επιτίμιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Με σύντμηση < νομο-κάνονας].