κέρδον

From LSJ

θανάτου τῆς ζημίας ἐπικειμένης → the penalty is death

Source

Greek (Liddell-Scott)

κέρδον: τό, φυτόν τι, τὸ αὐτὸ καὶ στρουθίον, Διοσκ. (Νόθ.) 2. 193.

Greek Monolingual

κέρδον, τὸ (Α)
το φυτό στρουθίον, που σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση ανήκει στο γένος σαπωναρία.