καλοθέλω

From LSJ

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source

Greek Monolingual

1. επιθυμώ κάτι ζωηρά, έχω έντονη επιθυμία για κάτι
2. αποδέχομαι ευχαρίστως.