καλυπτηρίζω

From LSJ

Δίκαιον εὖ πράττοντα μεμνῆσθαι θεοῦ → Die tuenda memoria in rebus bonis → Wenn es dir gut geht, denk an Gott, dies ist gerecht

Menander, Monostichoi, 118
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλυπτηρίζω Medium diacritics: καλυπτηρίζω Low diacritics: καλυπτηρίζω Capitals: ΚΑΛΥΠΤΗΡΙΖΩ
Transliteration A: kalyptērízō Transliteration B: kalyptērizō Transliteration C: kalyptirizo Beta Code: kalupthri/zw

English (LSJ)

cover with tiles, Att. fut. -ιῶ, IG22.463.71: καλυπτηριάζω, Glossaria.

Greek (Liddell-Scott)

καλυπτηρίζω: καλύπτω διὰ κεράμων, Ἐπιγρ. παρὰ Müller de Munim. Ath. σ. 36. 71, ἐν τῷ μέλλ. καλυπτηριεῖ· ― οὕτω καλυπτηριάζω, Γλωσσ.

Greek Monolingual

καλυπτηρίζω (Α) καλυπτήρ
επιγρ. σκεπάζω, στεγάζω με κεραμίδια.