Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

καναπές

From LSJ

Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau

Menander, Monostichoi, 99

Greek Monolingual

ο
άνετο μακρύ κάθισμα για πολλά άτομα, ανάκλιντρο, ντιβάνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. < γαλλ. canape < μσν. γαλλ. conope παραπέτασμα κρεβατιού» < λατ. conopeum «κουνουπιέρα» < αρχ. ελλ. κωνωπ-εῖον «κουνουπιέρα» < κώνωψ.