ὁ λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin
η καταθλίβωισχυρή πίεση, καταπίεσηνεοελλ.1. καταδυνάστευση, κατατυράννηση2. βαθιά θλίψη, μελαγχολία.