Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
Full diacritics: καυχᾰλίς | Medium diacritics: καυχαλίς | Low diacritics: καυχαλίς | Capitals: ΚΑΥΧΑΛΙΣ |
Transliteration A: kauchalís | Transliteration B: kauchalis | Transliteration C: kafchalis | Beta Code: kauxali/s |
φλύκταινα (φυλακταίνα cod.), Hsch.; cf. καυσαλίς.
καυχαλίς, -ίδος, ἡ (Α)
καυσαλίς, φλύκταινα από έγκαυμα, φουσκάλα, καντήλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. καυσαλίς.