κενοδρομία

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμα → blood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κενοδρομία Medium diacritics: κενοδρομία Low diacritics: κενοδρομία Capitals: ΚΕΝΟΔΡΟΜΙΑ
Transliteration A: kenodromía Transliteration B: kenodromia Transliteration C: kenodromia Beta Code: kenodromi/a

English (LSJ)

v. κενοδρομέω.

Greek Monolingual

κενοδρομία, ἡ (Α) κενοδρομώ
πορεία χωρίς συνοδεία.