κηλοτομία

From LSJ

Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch

Menander, Monostichoi, 185
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κηλοτομία Medium diacritics: κηλοτομία Low diacritics: κηλοτομία Capitals: ΚΗΛΟΤΟΜΙΑ
Transliteration A: kēlotomía Transliteration B: kēlotomia Transliteration C: kilotomia Beta Code: khlotomi/a

English (LSJ)

ἡ, operation for hernia, Paul.Aeg.6.63.

German (Pape)

[Seite 1431] ἡ, das Schneiden eines Bruches, Paul. Aeg.; von κηλοτόμος, einen Bruch schneidend, operirend.

Greek (Liddell-Scott)

κηλοτομία: ἡ, τομὴ κήλης, ἐγχείρησις πρὸς θεραπείαν αὐτῆς, Παῦλ. Αἰγ. 6. 63.

Greek Monolingual

η (Α κηλοτομία) κηλοτομῶ
τομή κήλης, χειρουργική επέμβαση για θεραπεία κήλης.