κηπόταφος
From LSJ
Κούφως φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Fiet levis fortuna, si leviter feras → Leicht muss man tragen das bestehende Geschick
English (LSJ)
ὁ, = κηποτάφιον.
Greek Monolingual
κηπόταφος, ὁ και κηπόταφον, τὸ (Α)
πάπ. το κηποτάφιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κῆπος + -τάφος (< τάφος), πρβλ. καινόταφος, ομόταφος].