κητῷος

From LSJ

Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat

Menander, Monostichoi, 330

German (Pape)

[Seite 1435] od. κητῶος, = κήτειος, Sp.

Greek Monolingual

κητῷος, -ώα, -ον (ΑΜ) κήτος
αυτός που ανήκει σε κήτος
μσν.
κητώδης.