κοθαρός
From LSJ
Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn
English (LSJ)
Doric for καθαρός.
German (Pape)
[Seite 1465] dor. = καθαρός, Tabul. Herael. 1, 55.
Greek (Liddell-Scott)
κοθᾰρός: Δωρ. ἀντὶ τοῦ καθαρός, Πίνακ. Ἡρακλεωτ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 103.
Greek Monolingual
κοθαρός, -ά, -όν (Α)
δωρ. τ. του καθαρός.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κοθαρός Aeol. voor καθαρός.