κομίσκη

From LSJ

ἀφυής πρὸς ταύτην τὴν σκέψιν → wanting wit for that speculation

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κομίσκη Medium diacritics: κομίσκη Low diacritics: κομίσκη Capitals: ΚΟΜΙΣΚΗ
Transliteration A: komískē Transliteration B: komiskē Transliteration C: komiski Beta Code: komi/skh

English (LSJ)

Dor. κομίσκα, ἡ, Dim. of κόμη, Alcm.1.101 Diehl.

Greek Monolingual

κομίσκη, δωρ. τ. κομίσκα, ἡ (Α)
υποκορ. του κόμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόμη + υποκορ. κατάλ. -ίσκη, θηλ. του -ίσκος (πρβλ. παιδίσκη, παρθενίσκη)].