τῆς αἰδοῦς ὀλίγην ποιήσασθαι φειδώ → to have little consideration for self-respect
κρᾱτα, τὸ (α)(άλλος τ. του κράς [Ι]) το κεφάλι.[ΕΤΥΜΟΛ. Για την ετυμολ. της λ. βλ. λ. κάρα (Ι)].