κρότηση

From LSJ

σοὶ μὲν παιδιὰν τοῦτ' εἶναι, ἐμοὶ δὲ θάνατον → This is sport to you but death to me (Aristotle, Eudemian Ethics 1243a20)

Source

Greek Monolingual

η (Α κρότησις) κροτώ
χτύπημα, κρούση («σὺν δακρύοις καὶ κροτήσεσι χειρών», Πλάτ.)
αρχ.
σφυροκόπηση.