λέλαμμαι

From LSJ

ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητοςwhere there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λέλαμμαι Medium diacritics: λέλαμμαι Low diacritics: λέλαμμαι Capitals: ΛΕΛΑΜΜΑΙ
Transliteration A: lélammai Transliteration B: lelammai Transliteration C: lelammai Beta Code: le/lammai

English (LSJ)

v. λαμβάνω, λέπω.

Russian (Dvoretsky)

λέλαμμαι: ион. pf. pass. к λαμβάνω.

Greek (Liddell-Scott)

λέλαμμαι: ἴδε ἐν λέξ. λαμβάνω, ἀλλὰ λέλασμαι, ἴδε ἐν λ. λανθάνω.

Greek Monotonic

λέλαμμαι: Ιων. Παθ. παρακ. του λαμβάνω.