λογυρίστρα

From LSJ

ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος → I'd be willing to be flayed into a wineskin afterwards and to have my line wiped out

Source

Greek Monolingual

η
η παρωνυχίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ολο-γυρίστρα, με σίγηση του αρχικού άτονου φωνήεντος < ολο-γυρίζω].