ἀνδρὸς τὰ προσπίπτοντα γενναίως φέρειν → a man should bear with courage what befalls him
το (Μ μάδισμα) μαδίζω1. μάδημα, ξερίζωμα τριχών, μαλλιών2. μτφ. καρποί που έπεσαν στο έδαφος.