μέσσοι

From LSJ

Μηδέποτε πειρῶ δύο φίλων εἶναι κριτής → Ne recipe amicos inter arbitrium duos → Versuche nie, zu schlichten zweier Freunde Streit

Menander, Monostichoi, 343

Greek Monolingual

μέσσοι (Α)
(ποιητ. τ.) επίρρ. βλ. μέσοι.

German (Pape)

poet. = μέσοι.