μέσοι
From LSJ
καὶ νῦν περὶ ἀρετῆς ὃ ἔστιν ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα, σὺ μέντοι ἴσως πρότερον μὲν ᾔδησθα πρὶν ἐμοῦ ἅψασθαι, νῦν μέντοι ὅμοιος εἶ οὐκ εἰδότι → so now I do not know what virtue is; perhaps you knew before you contacted me, but now you are certainly like one who does not know
English (LSJ)
locative form from μέσος, in the midst, between, γαίας καὶ νιφόεντος ὠράνω μ. Alc.17.
German (Pape)
[Seite 138] poet. μέσσοι, in der Mitte, dazwischen, Alcaeus bei Apollon. de adv. 588.
Greek Monolingual
μέσοι και, ποιητ. τ., μέσσοι (Α)
επίρρ. στη μέση, στο μέσον, μεταξύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέσος + κατάλ. τοπικής πτώσης -οι (πρβλ. οίκοι). Για τον τ. με δύο -σ- βλ. λ. μέσος.