μαγειρίσκος

From LSJ

τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μᾰγειρίσκος Medium diacritics: μαγειρίσκος Low diacritics: μαγειρίσκος Capitals: ΜΑΓΕΙΡΙΣΚΟΣ
Transliteration A: mageirískos Transliteration B: mageiriskos Transliteration C: mageiriskos Beta Code: mageiri/skos

English (LSJ)

ὁ, Dim. of μάγειρος, Ath.7.292e.

Greek (Liddell-Scott)

μᾰγειρίσκος: ὁ, ὑποκορ. τοῦ μάγειρος, Ἀθήν. 292Ε.

Greek Monolingual

μαγειρίσκος, ὁ (Α) μάγειρος
υποκορ. του μάγειρος, ως επωνυμία σοφιστών («ἄλλος σοφιστὴς μαγειρίσκος τάδε λέγει», Αθήν.).

German (Pape)

ὁ, dim. von μάγειρος, komisch σοφιστὴς μ., Ath. VII.292e.