μαδαῖος

From LSJ

Ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνον → Plato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep

Gnomologium Vaticanum, 446
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μᾰδαῖος Medium diacritics: μαδαῖος Low diacritics: μαδαίος Capitals: ΜΑΔΑΙΟΣ
Transliteration A: madaîos Transliteration B: madaios Transliteration C: madaios Beta Code: madai=os

English (LSJ)

α, ον, poet. for μαδαρός, ἕλκη Poet. de herb.83.

Greek (Liddell-Scott)

μᾰδαῖος: -α, -ον, ποιητ. ἀντὶ μαδαρός, Ποιητ. περὶ Δυνάμ. Βοταν. 83.

Greek Monolingual

μαδαῖος, -αία, -ον (Α)
(ποιητ. τ. του μαδαρός) υγρός, πυώδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του μαδαρός, από το θ. του μαδῶ].

German (Pape)

poet. = μαδαρός, Sp.