μακρόπυλος

From LSJ

ὄλβιος ὅστις ἱστορίης ἔσχεν μάθησιν → happy the man who has gained knowledge through inquiry (Εuripides, fr. 910)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μακρόπῠλος Medium diacritics: μακρόπυλος Low diacritics: μακρόπυλος Capitals: ΜΑΚΡΟΠΥΛΟΣ
Transliteration A: makrópylos Transliteration B: makropylos Transliteration C: makropylos Beta Code: makro/pulos

English (LSJ)

gloss on Τηλέπυλος, Sch.Od.10.82.

Greek (Liddell-Scott)

μακρόπῠλος: -ον, ὁ ἔχων ὑψηλὰς πύλας, Σχόλ. εἰς Ὀδ. Κ. 82.

Greek Monolingual

μακρόπυλος, -ον (Α)
αυτός που έχει υψηλές πύλες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο)- + πύλη (πρβλ. δίπυλος)].

German (Pape)

mit langen, hohen Toren, Schol. Od. 10.82 und Eust. Erkl. von τηλέπυλος.