ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ → o wealth, and tyranny, and supreme skill exceedingly envied in life
ο1. αυτός που αυνανίζεται2. διανοητικά νωθρός, αποβλακωμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μαλάκα (πρβλ. η μάγκα > ο μάγκας)].