μανταλωτός

From LSJ

τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν καὶ εἰρήνην τῷ κόσμῳ → what is good and profitable to our souls, and for peace to the world

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM μανδαλωτός, -ή, -όν) μανταλώνω
κλεισμένος με μάνταλο, με σύρτη, αμπαρωμένος
μσν.-αρχ.
το ουδ. ως ουσ. τὸ μανδαλωτόν
είδος ηδυπαθούς φιλήματος
αρχ.
ασελγής.