μείλανι

From LSJ

αἵματος κρατῆρα πολιτικοῦ στῆσαιserve up a big bowl of citizen blood

Source

French (Bailly abrégé)

dat. épq. de μέλας.

English (Autenrieth)

see μέλας.

Greek Monotonic

μείλᾰνι: Επικ. αντί μέλανι, δοτ. του μέλας.