Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut
η
χημ. οργανική ουσία που απομένει ως μη κρυσταλλούμενο υπόλειμμα μετά την παραλαβή της κρυσταλλικής ζάχαρης από το εκχύλισμα τών ζαχαροτεύτλων ή του ζαχαροκάλαμου.