ἀνάγκη τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι → what incites movement must suffer a counter-movement
μελανοφανής, -ές (Α)αυτός που φαίνεται μαύρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + -φανής (< φαίνω), πρβλ. δημοφανής, τηλεφανής].