μεσεύς

From LSJ

διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσεύς Medium diacritics: μεσεύς Low diacritics: μεσεύς Capitals: ΜΕΣΕΥΣ
Transliteration A: meseús Transliteration B: meseus Transliteration C: meseys Beta Code: meseu/s

English (LSJ)

-έως, ὁ, = καικίας, Steph.in Hp.2.351 D.; cf. μέσης.

Greek Monolingual

μεσεύς, -έως, ὁ (Μ)
καικίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέσος + κατάλ. -εύς (πρβλ. δρομεύς)].