μεσσογενής

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσσογενής Medium diacritics: μεσσογενής Low diacritics: μεσσογενής Capitals: ΜΕΣΣΟΓΕΝΗΣ
Transliteration A: messogenḗs Transliteration B: messogenēs Transliteration C: messogenis Beta Code: messogenh/s

English (LSJ)

μεσσογενές, middle-aged, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

μεσσογενής: -ές, ὁ ἐν μέσῃ ἡλικίᾳ γεγονώς, μεσῆλιξ, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

μεσσογενής, -ές (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ὁ ἐν μέσῃ ἡλικίᾳ γεγονώς, μεσῆλιξ».
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- (για τα δύο -σσ- βλ. μέσος) + -γενής (< γένος), πρβλ. θεογενής].