μεταλλοειδής

From LSJ

Ἔργοις φιλόπονος ἴσθι, μὴ λόγοις μόνον → Lass Taten sprechen, führ nicht bloß das große Wort - Esto opere, non sermone solo industrius → Sei arbeitsam im Handeln nicht im Reden bloß

Menander, Monostichoi, 177

Greek Monolingual

-ές
1. αυτός που μοιάζει με μέταλλο
2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα μεταλλοειδή
χημ. άλλη ονομασία τών επαμφοτεριζόντων χημικών στοιχείων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1865 στον Ιω. Ιωαννίδη].