μηλοειδής

From LSJ

Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst

Menander, Monostichoi, 142
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλοειδής Medium diacritics: μηλοειδής Low diacritics: μηλοειδής Capitals: ΜΗΛΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: mēloeidḗs Transliteration B: mēloeidēs Transliteration C: miloeidis Beta Code: mhloeidh/s

English (LSJ)

μηλοειδές, = μηλινοειδής, apple-like, quince-yellow, yellowish Dsc.4.68 codd., Gal.13.509.

German (Pape)

[Seite 173] ές, apfelförmig, apfelartig, bes. quittengelb, quittegelb, apfelfarbig, quittenfarbig Sp.

Greek Monolingual

μηλοειδής, -ές (Α)
αυτός που έχει σχήμα ή χρώμα μήλου, κιτρινωπός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + -ειδής].