μικρόσφαιρον
From LSJ
ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφός τό τε πάλαι τό τε νῦν → one gets his skill from another, now as in days of old
English (LSJ)
τό, name of the smallest lump of Indian μαλάβαθρον, Peripl.M.Rubr.65.
German (Pape)
[Seite 185] τό, die kleinste Art des kugelförmigen indischen μαλάβαθρον (vgl. μεσόσφαιρον), Arr.
Greek (Liddell-Scott)
μῑκρόσφαιρον: τό, ὄνομα τοῦ μικροτάτου εἴδους τοῦ Ἰνδικοῦ μαλαβάθρου, Ἀρρ. Περίπλ. σ. 38· πρβλ. μεσόσφαιρον.
Greek Monolingual
μικρόσφαιρον, τὸ (Α)
το πιο μικρό είδος του φυτού μαλάβυθρον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)- + σφαίρα].