μισόλαγνος
From LSJ
ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνον → Plato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep
Greek (Liddell-Scott)
μισόλαγνος: -ον, ὁ τὴν λαγνείαν μισῶν, Ἰω. Κλίμακ. 832Β.
Greek Monolingual
μισόλαγνος, -ον (Μ)
αυτός που αποστρέφεται τη λαγνεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ + λάγνος.