μυοπαγίδα Search Google

From LSJ

τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out

Source

Greek Monolingual

η
παγίδα για σύλληψη ποντικών, μυάγρα, ποντικοπαγίδα, φάκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῦς, μυός «ποντικός» + παγίδα. Η λ., στον λόγιο τ. μυοπαγίς, μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις].