νεορραφής

From LSJ

ἐκτέμνεσθαί τινας φιλανθρωπίᾳ → disarm and deceive by kindness

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεορρᾰφής Medium diacritics: νεορραφής Low diacritics: νεορραφής Capitals: ΝΕΟΡΡΑΦΗΣ
Transliteration A: neorraphḗs Transliteration B: neorraphēs Transliteration C: neorrafis Beta Code: neorrafh/s

English (LSJ)

νεορραφές, (ῥάπτω) newly sewn, Longus 4.14.

Greek (Liddell-Scott)

νεορρᾰφής: -ές, (ῥάπτω) ὁ νεωστὶ ῥαφείς, Λόγγος, 4. 14.

Greek Monolingual

νεορραφής, -ές (Α)
αυτός που ράφτηκε πρόσφατα, νεοραμμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο)- + -ρραφής (< θ. ραφ- του ῥάπτω, πρβλ. ραφή), πρβλ. πολυρραφής].

German (Pape)

ές, neu genäht, πήρα, Long. 4.14.