νευρόκαυλος

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νευρόκαυλος Medium diacritics: νευρόκαυλος Low diacritics: νευρόκαυλος Capitals: ΝΕΥΡΟΚΑΥΛΟΣ
Transliteration A: neurókaulos Transliteration B: neurokaulos Transliteration C: nevrokavlos Beta Code: neuro/kaulos

English (LSJ)

νευρόκαυλον, with fibrous stem, Thphr. HP 7.2.8.

Greek (Liddell-Scott)

νευρόκαυλος: ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ τοῦ ἐννευρόκαυλος.

Greek Monolingual

νευρόκαυλος, -ον (Α)
αυτός που έχει ινώδη βλαστό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον + καυλός «βλαστός»].

German (Pape)

mit sehnigem, faserigem Stengel, Theophr.