μὴ δὶς πρὸς τὸν αὐτὸν λίθον πταίειν → do not stumble twice on the same stone
δίνω όνομα σε κάποιον ή αναφέρω ή καλώ κάποιον με το ονομά του, ονοματίζω, ονομάζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < ονοματίζω, με σίγηση του αρκτικού άτονου -ο-].