οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn
(I)
και ντα
άκλ. (παιδική λ.) φρ. «θα σε κάνω νταντά» ή «θά σέ κάνω ντα» — θα σέ δείρω.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λ.].
(II)
η
γυναίκα η οποία έχει αναλάβει τη φροντίδα και περιποίηση βρέφους ή μικρού παιδιού με μισθό, τροφός, παραμάνα, γκουβερνάντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. dada].