Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
ὀδωδή, ἡ (Α)οσμή, μυρωδιά.[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχηματισμός από τον παρακμ. ὄδωδα του ὄζω (πρβλ. ὄπωπα: ὀπωπή)].