τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife
ὀζόστομος, -ον (Α)αυτός που έχει δυσώδη αναπνοή, που αποπνέει κακοσμία.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄζω «αναδίδω δυσάρεστη οσμή» + -στόμος (< στόμα)].