Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)
ὀξύζωμος, -ον (Α)καρυκευμένος με ξινή σάλτσα.[ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ- + ζωμός.