ορθίας

From LSJ

αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τοῦ λόγου → you have struck the very threshold of the argument, you have struck the most important and chiefmost point

Source

Greek Monolingual

ὀρθίας, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) α) «ἱστὸς νεώς»
β) μτφ. το ανδρικό μόριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. ορθίαξ «κατώτατο μέρος του ιστού του πλοίου» (< ὄρθιος)].