γῆ θηρίοις μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις σύμμετρος → region more fitting to beasts than men
οὐρανῶ, -όω (Μ) ουρανόςανυψώνω κάποιον στον ουρανό, τον θεοποιώ.