οψοφυλάκιο

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c

Greek Monolingual

το
τόπος όπου φυλάσσονται τα όψα, τα εδέσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < όψο + φυλάκιο. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Εφημερίς].