πάμμετρος
From LSJ
Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf
English (LSJ)
(sc. βίβλος), ἡ, a book of verse in all kinds of metres, D.L.7.31.
German (Pape)
[Seite 453] in allen, allerlei Versmaaßen, D. L. 7, 31.
Russian (Dvoretsky)
πάμμετρος: состоящий из всевозможных стихотворных размеров Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
πάμμετρος: -ον, ὁ ἔχων παντὸς εἴδους μέτρα, Διογ. Λ. 7. 31.
Greek Monolingual
πάμμετρος, -ον (Α)
το θηλ. ως ουσ. ἡ πάμμετρος
(ενν. βίβλος) βιβλίο που περιέχει στίχους με κάθε είδους μέτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + μέτρον].