παλαμάκια

From LSJ

οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχειZeus has not yet turned his neck aside

Source

Greek Monolingual

τα
επανειλημμένα χτυπήματα της μιας παλάμης πάνω στην άλλη ως ένδειξη επιδοκιμασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πληθ. της λ. παλαμ-άκι, υποκορ. του παλάμη.